Ο ορυκτός πλούτος της Κύπρου
Σήμερα τα πιο πολλά μεταλλικά, χημικά και βιομηχανικά προϊόντα που χρησιμοποιούμε στη ζωή μας προέρχονται από τα ορυκτά. Μερικά ορυκτά είναι πολύτιμα, ενώ άλλα είναι απαραίτητα για τη σύγχρονη ζωή, γιατί χρησιμοποιούνται σε πάρα πολλές καθημερινές δραστηριότητές μας όπως στα οικοδομικά υλικά, στη βιομηχανία, στη γεωργία, στη φαρμακευτική, στα καλλυντικά κ.α.
Τα ορυκτά αποτελούν τα δομικά συστατικά της Γης. Είναι οι βασικές μονάδες από τις οποίες αποτελούνται τα πετρώματα. Η εξέταση των ορυκτών μας βοηθά να κατανοήσουμε την προέλευση της Γης, εφόσον αποθηκεύουν στο εσωτερικό τους χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με το τι συνέβη στο γεωλογικό παρελθόν.
Η ύπαρξη του χαλκού χαρακτηρίζεται γενικότερα ως ένας σημαντικός σταθμός στην εξέλιξη του ανθρώπου. Ο χαλκός πέρασε μέσα από τον πολιτισμό και την ιστορία όλων των λαών συμβάλλοντας σημαντικά στην παγκόσμια ανάπτυξη. Και σήμερα όμως, εξακολουθεί να αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά μέταλλα και χρησιμοποιείται ευρέως στην αρχιτεκτονική, στη βιομηχανία, στις τέχνες, στις τηλεπικοινωνίες κ.α. Ο χαλκός είναι ένα μέταλλο το οποίο έχει ανθεκτικότητα, διάρκεια στον χρόνο και πολλές ιδιότητες, με σημαντικότερες την ελατότητα του, δηλαδή την ικανότητα του να μπορεί να διαμορφωθεί με σφυρηλάτηση, την ολκιμότητα και την πλαστικότητα του.
Το λατινικό όνομα του χαλκού Cuprum προέρχεται από το νησί της Κύπρου όπου και εξορυσσόταν.
ΜΕΤΑΛΛΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΥΚΤΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Η ιστορία της Κύπρου από την 3η χιλιετηρίδα π.χ. μέχρι και σήμερα ήταν πάντα στενά συνδεδεμένη με την παραγωγή και την εμπορία του χαλκού, καθώς και με τα βιομηχανικά ορυκτά όπως η άργιλος , η γύψος, ο μπεντονίτης ,η κρητίδα, η μάργα, ο ασβεστόλιθος, κ.α. Στον αρχαίο κόσμο το νησί ήταν γνωστό για τα πλούσια κοιτάσματα χαλκού, κυρίως στις βόρειες πλαγιές του Τροόδους.
Η Κύπρος κατά την αρχαιότητα ανέπτυξε τον πολιτισμό της λόγω της στρατηγικής γεωγραφικής της θέσης και της ραγδαίας ανάπτυξης του εμπορίου. Έχοντας το μονοπώλιο του χαλκού στη Μεσόγειο, τη Μικρά Ασία, την Εγγύς Ανατολή, την Αίγυπτο και το Αιγαίο, απέκτησε μεγάλη οικονομική δύναμη.
Κατά τη διάρκεια του 14ου και του 13ου αι. π.Χ., η Κύπρος έχει να επιδείξει πολιτισμό που αντικατοπτρίζεται στην πλουσιότητα των πόλεων, όπως η Έγκωμη, το Κίτιο, η Ταμασσός και οι Σόλοι, τα κτερίσματα των τάφων από πολύτιμα μέταλλα και εξαιρετικά δείγματα αγγειοπλαστικής.
Οι αρχαίοι Κύπριοι ήταν δεινοί μεταλλευτές και επιδέξιοι μεταλλουργοί. Είχαν εντοπίσει σχεδόν όλα τα κοιτάσματα χαλκού στο νησί και με κατάλληλες μεταλλουργικές μεθόδους κατάφεραν να παράγουν μεταλλικό χαλκό υψηλής καθαρότητας (τάλαντα χαλκού).
Οι σωροί σκουριάς που βρίσκονται σήμερα διάσπαρτοι στο νησί αποτελούν κατάλοιπα της επεξεργασίας χαλκού από την αρχαιότητα. Το μεταλλείο χαλκού της Σκουριώτισσας εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να είναι το μοναδικό ενεργό μεταλλείο στην Κύπρο.
Η Κύπρος επίσης ήταν γνωστή για τον αμίαντο από τους Κλασσικούς και Ρωμαϊκούς Χρόνους. Ο αμίαντος χρησιμοποιείται για την κατασκευή υποδημάτων, υφασμάτων και πυρίμαχων υλικών. Η εκμετάλλευση αμιάντου άρχισε το 1904, όμως μετά το 1981 το αμιαντωρυχείο αντιμετώπιζε προβλήματα βιωσιμότητας, τα οποία σε συνδυασμό με περιβαλλοντικά προβλήματα, οδήγησαν στο κλείσιμο του το 1992. Ο αμίαντος καθώς και τα μεταλλικά ορυκτά σχετίζονται με τον Οφιόλιθο Τροόδους. Σε ορισμένα από τα μεταλλεία αλλά και από άλλες μικρότερες μεταλλευτικές εκσκαφές, κατά καιρούς παραγόταν χρυσός και άργυρος.
Η Κύπρος ήταν επίσης γνωστή στην αρχαιότητα για τις φυσικές χρωστικές της όπως το φαιόχρωμα, η ούμπρα, η ώχρα και κελαδονίτη . Μέχρι και σήμερα εξακολουθεί και γίνεται περιοδική εξόρυξη φαιοχώματος, το οποίο μεταφέρεται σε εργοστάσια για επεξεργασία και εξαγωγή.
ΤΡΟΟΔΟΣ
Η γένεση της Κύπρου είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη γένεση και ανύψωση της οροσειράς του Τροόδους, που ήταν το αποτέλεσμα μιας σειράς μοναδικών και πολύπλοκων γεωλογικών διεργασιών, που κατέστησαν την Κύπρο γεωλογικό πρότυπο για τους γεωεπιστήμονες όλου του κόσμου και συνέβαλαν στην καλύτερη κατανόηση της εξέλιξης των ωκεανών και του πλανήτη μας γενικότερα. Για το λόγο αυτό η οροσειρά Τρόοδος επελέγη από την Ουνέσκο το 2015 και ανακηρύχθηκε ως γεωπάρκο.
Στην κορυφή του Τροόδους εντοπίζεται μια σύνθετη ακολουθία πετρωμάτων, ένα οφιολιθικό σύμπλεγμα που σχηματίστηκε πριν 90 εκατομμύρια χρόνια σε βάθος 8000 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης. Οι επισκέπτες δεν μπορούν να υποψιασθούν, ότι η δασώδης κορυφή του Τροόδους είναι το βαθύτερο στρώμα ενός κομματιού ωκεάνιου φλοιού, καθώς και του ανώτερου μανδύα της γης.
Η οροσειρά του Τροόδους συμπεριλαμβάνεται στις 5 πλουσιότερες τοποθεσίες στο κόσμου στην ύπαρξη χαλκού. Είναι πλούσια σε κοιτάσματα αμιάντου, χρωμίτη, χαλκούχων σιδηροπυριτών, καθώς και σε συγκεντρώσεις χρυσού και αργύρου.
ΧΟΙΡΟΚΟΙΤΙΑ
Στην Νεολιθική Εποχή έχουμε την εμφάνιση νέων οικισμών με κυριότερο τον οικισμό της Χοιροκοιτίας, ο οποίος χρονολογείται το 7000 π.Χ. Ο προϊστορικός οικισμός της Χοιροκοιτίας σώζεται μέχρι και σήμερα, είναι πολύ καλά διατηρημένος και βρίσκεται στην επαρχία Λάρνακας. Ο αρχαιολογικός χώρος ανακαλύφθηκε το 1934 από τον Πορφύριο Δίκαιο, διευθυντή του Κυπριακού Τμήματος Αρχαιοτήτων, μετά από ανασκαφές. Το 1998 καταχωρήθηκε από την Ουνέσκο ως Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς γιατί θεωρείται ο πιο σημαντικός αρχαιολογικός χώρος της Νεολιθικής Εποχής. Ο επισκέπτης μπορεί να δει μπροστά στα μάτια του την ιστορία χιλιάδων χρόνων .
Ο οικισμός αυτός είναι κτισμένος στην απότομη πλαγιά ενός λόφου που βρίσκεται στη δυτική όχθη του ποταμού Μαρωνίου. Στα δυτικά υπάρχει ένα πλατύ λιθόκτιστο αμυντικό τείχος μήκους 185μ. και μέσου πλάτους 2μ.
Από τον οικισμό της Χοιροκοιτίας μπορούμε να συμπεράνουμε την αρχιτεκτονική, τις καθημερινές ασχολίες των κατοίκων, τα ταφικά έθιμα.Τα σπίτια της Χοιροκοιτίας ήταν κυκλικά, με επίπεδες στέγες και το ένα δίπλα στο άλλο. Στο κάτω μέρος των σπιτιών χρησιμοποιούσαν πέτρες από το ποτάμι, ενώ στο πάνω μέρος χρησιμοποιούσαν πηλό, άχυρο και πλιθάρια. Οι στέγες ήταν φτιαγμένες από καλάμια και κλαδιά, καλυμμένα με πηλό. Τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν ήταν φτιαγμένα από λίθο και οστά. Στο κέντρο της οικίας υπήρχε εστία για το μαγείρεμα και τη θέρμανση.
Οι τάφοι ήταν ατομικοί και ο νεκρός ενταφιάζονταν μέσα σε λάκκο στο εσωτερικό της οικίας. Το σώμα του νεκρού το τοποθετούσαν πλάγια και δεξιά και πάνω του έβαζαν μια πέτρα, γιατί πίστευαν πως με αυτό τον τρόπο εμπόδιζαν την επιστροφή του νεκρού στον κόσμο των ζωντανών. Σε αρκετούς τάφους βρέθηκαν αντικείμενα καθημερινής χρήσης όπως λίθινα αγγεία και περιδέραια από θαλάσσια όστρακα . Από τους σκελετούς που βρέθηκαν σε τάφους της Χοιροκοιτίας μπορούμε επίσης να συμπεράνουμε ότι οι άνθρωποι ζούσαν 25-40 χρόνια και το ύψος τους ήταν περίπου 1,60μ για τους άντρες και 1,50μ. για τις γυναίκες.
Οι κάτοικοι της Χοιροκοιτίας κάλυπταν τις διατροφικές τους ανάγκες από το κυνήγι στα δάση, την κτηνοτροφία και τη γεωργία. Τέλος έχουν βρεθεί επίσης πολλά λίθινα σκεύη και ειδώλια με ανθρώπινες μορφές.
Αρθογράφοι: Καραχάλιου Τζωρτζίνα, Γιαννουδάκη Σοφία, Ζούκα Άννα Μαρία, Ντουλάι Μέγκι και Κολτσινάκου Νεφέλη